Έλεγχος απόπτωσης στο σπέρμα
Η απόπτωση είναι μία φυσιολογική διαδικασία κυτταρικού θανάτου. Η διαδικασία της απόπτωσης περιλαμβάνει διάφορα στάδια όπως τη συμπύκνωση της χρωματίνης, τον κατακερματισμό του πυρηνικού DNA, τη συρρίκνωση του κυττάρου και τελικά το σπάσιμο ολόκληρου του κυττάρου.
Αν και θεωρείται ένας μηχανισμός για τη διασφάλιση της επιλογής σπερματικών κυττάρων με φυσιολογικό γενετικό υλικό (DNA), μερικές φορές σπερματοζωάρια που έχουν αρχίσει τη διαδικασία της απόπτωσης και φέρουν βλάβες στο DNA, χωρίς να έχουν όμως πλήρως καταστραφεί, καταφέρνουν να γονιμοποιήσουν ένα ωάριο ειδικά όταν πραγματοποιείται μικρογονιμοποίηση (ICSI).
Αυξημένα ποσοστά απόπτωσης = μειωμένα ποσοστά εγκυμοσύνης
Όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι αυξημένα ποσοστά απόπτωσης στο σπέρμα κατά τη διάρκεια εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) συνδέονται με κακή μορφολογία των εμβρύων στα αρχικά στάδια ανάπτυξης, αποτυχία εξέλιξης στο στάδιο της βλαστοκύστης και τελικά μειωμένο ποσοστό εγκυμοσύνης.
Είναι ευρέως γνωστό ότι τα υπογόνιμα άτομα έχουν μεγαλύτερο ποσοστό αποπτωτικών σπερματοζωαρίων από τον γόνιμο πληθυσμό. Όταν ο αποπτωτικός δείκτης είναι πάνω από 40% υπάρχει:
α) μειωμένη πιθανότητα εγκυμοσύνης μέσω σπερματέγχυσης (IUI),
β) αυξημένη πιθανότητα αυτόματης αποβολής και
γ) σε περίπτωση τεχνητής γονιμοποίησης (IVF) ή χρήσης μικρογονιμοποίησης (ICSI), αποτυχία γονιμοποίησης, πρόωρο σταμάτημα της εμβρυϊκής ανάπτυξης και ολική αποτυχία εγκυμοσύνης.
Η μέθοδος TUNEL χρησιμοποιείται συχνά για να εντοπίσει την απόπτωση στα σπερματοζωάρια. Εντοπίζει την απόπτωση στα αρχικά στάδια σημαίνοντας τα σπασίματα στο DNA με ένα φθορίζον μόριο το οποίο γίνεται ορατό με μικροσκόπιο φθορισμού. Το λιγότερο 500 σπερματοζωάρια αξιολογούνται για να καθοριστεί το ποσοστό της απόπτωσης.
Συμπερασματικά, οι συμβατικές ποιοτικές αναλύσεις του σπέρματος δε δίνουν πληροφορίες για πιθανές αριθμητικές χρωμοσωματικές ανωμαλίες ή γενικότερα για την ποιότητα του γενετικού υλικού των σπερματοζωαρίων. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να αποτελούν το μόνο τρόπο ελέγχου των σπερμάτων για εξωσωματική γονιμοποίηση. Η μελέτη της απόπτωσης και των χρωμοσωμάτων για ανευπλοειδισμό μπορεί να βελτιώσει τα κριτήρια επιλογής του σπέρματος έτσι ώστε να θεωρείται όσο το δυνατόν πιο κατάλληλο για πιθανή γονιμοποίηση.